Εάν κάποιος θέλει να μιλήσει στα Τρίκαλα για ένα ιδιωτικό χώρο μουσικής, τέχνης και συνολικά πολιτισμού, δεν μπορεί παρά να αναφερθεί στη «Σουίτα» που για δεκαετίες τώρα στεγάζει τις μουσικές των καλύτερων Ελλήνων και ξένων δημιουργών, τις καλλιτεχνικές ανησυχίες μικρών θεατρικών παραστάσεων και φυσικά την έχει φιλοξενήσει τις πνευματικές ανησυχίες δεκάδων γνωστών συγγραφέων και ποιητών δίνοντας παράλληλα στέγη και χώρο έκφρασης σε όλους τους Τρικαλινούς, όλων των ηλικιών…
Αν ρωτήσει κανείς επίσης τι σημαίνει Σουίτα Art cafe, θα πούνε όλοι Παναγιώτης Μαγκλάρας. Είναι ο άνθρωπος που για πάνω από δυο δεκαετίες τώρα στηρίζει με τεράστιο πολλές φορές προσωπικό κόστος (για όσους γνωρίζουν), ένα εγχείρημα ακόμη και σε καιρούς χαλεπούς, όπως είναι οι σημερινοί…
«Όπως την ώρα που παίζω φοβάμαι για το αποτέλεσμα, έτσι ακριβώς νιώθω όταν προσπαθώ να στήσω μια εκδήλωση. Ό,τι δεν γνωρίζεις καλά, σε προκαλεί, όμως», θα πει στον «Ενεργό Πολίτη», κάτι που γνωρίζει καλά όποιος εκτίθεται στο κοινό και θέλει κάθε φορά να πετύχει, σα να είναι η πρώτη φορά.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΚΟΝΤΟ
Η Σουίτα πρωτοάνοιξε το 1983. Η ιδέα και η επιλογή του χώρου, καθώς και το
όνομά της ανήκουν στον Κώστα Σαμαρά, ο οποίος, αν θυμάμαι καλά, την
πούλησε στους αδελφούς Θώμου και στον κ. Λύτρα, οι οποίοι διατήρησαν το
όνομά της. Όσο αφορά εμένα, τελειώνοντας τον στρατό. Το 1999,την επινοικίασα
και το 2001 «πέρασε» αποκλειστικά σε μένα. Τότε προστέθηκε και το Art Cafe
προσπαθώντας έτσι να δώσω το στίγμα του χώρου.
Η μουσική ήρθε πρώτη στη ζωή μου. Ασχολούμαι με αυτή από τα νεανικά μου
χρόνια. Το «επιχειρείν» ήρθε πολύ αργότερα, με το άνοιγμα της Σουίτας. Δεν ξέρω
κατά πόσο έχω πετύχει-αναφέρομαι και στα δύο. Η δεύτερη ιδιότητα με
συνεπήρε, όπως και η πρώτη, γιατί είναι εξίσου δύσβατη. Όπως την ώρα που
παίζω φοβάμαι για το αποτέλεσμα, έτσι ακριβώς νιώθω όταν προσπαθώ να
στήσω μια εκδήλωση. Ό,τι δεν γνωρίζεις καλά, σε προκαλεί, όμως.
Πολλά λάθη, πολλές επιτυχίες, πολλές συγκινήσεις, αλλά ελπίζω πως με την
εμπειρία που αποκτώ στον χρόνο, γίνομαι καλύτερος, σεβόμενος και τις δύο
ιδιότητες.
Ο χρόνος είναι αυτό που με απασχολεί. Όσο καλύτερα τον οργανώνεις τόσο
καλύτερα ικανοποιείς και τις επιθυμίες σου. Η διττή ενασχόληση, περιορίζει
πολλές φορές τους αρχικούς στόχους μου, τους οποίους, όμως, δεν ξεχνώ ποτέ.
Καταρχάς, μου αρέσει να παίζω μουσική. Με φοβίζει όταν παίζω ζωντανά, ακόμη
και τώρα. Θα προτιμούσα ώρες μελέτης μ’ ένα πορτατίφ στο σπίτι -μια από τις
μεγαλύτερες επιθυμίες μου είναι αυτή. Θα ήθελα η μέρα να είχε περισσότερες
ώρες ώστε να είχα τη δυνατότητα να αφομοιώσω τις μελωδίες που έχω στο μυαλό
μου και να μπορέσω να δημιουργήσω καινούρια πράγματα, και ταυτόχρονα να
βελτιώνω την τεχνική μου.
Ξέρεις, Χρήστο, σ’ αυτήν την ερώτηση θα ήταν προτιμότερο να μπορούσε να
απαντήσει το κοινό της Σουίτας. Γνωρίζοντας καλά πως η ζωή δεν είναι τίποτα
άλλο από στιγμές, κάθε περίοδος είχε στιγμές ευτυχίας. Δεν μπορώ να απαντήσω
συγκεκριμένα σ’ αυτό…μερικές φορές μπορεί να μην κέρδιζα οικονομικά αλλά είχα
την ευκαιρία να παρακολουθήσω έναν πολύ καλό μουσικό ή μια πολύ καλή
παράσταση…και μερικές φορές συνέβαινε και το αντίθετο…όλα αυτά με κάνανε να
συνεχίσω με αδιάπτωτο κέφι και μια κάπως σαρωτική διάθεση.
Πολλά…να αναφερθώ πού, στους Doctor Feelgood, στην BigTime Sarah, στον
Louisiana Red, και άλλους ξένους? Στον Γιώργο Κοντραφούρη και στο αφιέρωμα
στον Griffin με το Baby Trio? Στους Human Touch? Σε μερικά από τα μεγαλύτερα
ονόματα της ελληνικής μουσικής σκηνής όπως είναι ο Θάνος Μικρούτσικος, ο
Νίκος Πορτοκάλογλου ή τραγουδιστές όπως η Μαρία Δημητριάδη, με την οποία
είχα και την τύχη να συνεργαστώ, η Αρλέτα, η Ελένη Τσαλιγοπούλου και τόσοι
άλλοι…επίσης θα ήθελα να πω πως επέλεξα και πάλεψα για μια σειρά από
ανερχόμενους αλλά άγνωστους εκείνη την εποχή καλλιτέχνες, που τώρα
πρωτοστατούν στην ελληνική μουσική σκηνή, όπως είναι ο Γιάννης Χαρούλης, η
Νατάσα Μποφίλιου ο Κωστής Μαραβέγιας κα. Μετρώ αυτά τα 20 χρόνια πάνω
από 600 συναυλίες μαζί με τις θεατρικές παραστάσεις, τα φεστιβάλ και τα λοιπά
δρώμενα. Τί να πρωτοθυμηθώ…θα μπορούσαμε να καλύψουμε όλη την
συνέντευξη μόνο με αυτό το θέμα.
Πρώτον, ότι κατάφερα να παίξω σε μεγάλες συναυλιακές σκηνές, δεύτερον να
γνωρίσω σημαντικούς ανθρώπους εντός κι εκτός Σουίτας και τέλος ότι βήμα βήμα
μπορώ ακόμα να συνεχίζω και να δίνω χώρο σε πολλούς καλλιτέχνες ντόπιους ή
μη να παρουσιάζουν το έργο τους…
Ναι, αυτό ακριβώς έγινε…Ο κόσμος δεν αναγνώριζε πάντα αυτή την προσπάθεια.
Και είναι λογικό, δεν είμαστε και το κέντρο του κόσμου…Όμως υπήρξαν άνθρωποι
και συμπολίτες που μου στάθηκαν όλα αυτά τα χρόνια, στις πιο δύσκολες στιγμές,
και τους ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό.
Στη δύσκολη αυτή συγκυρία που βιώνουμε όλοι μας και με την αστάθεια που έχει
προκαλέσει η πανδημία είναι αρκετά δύσκολο να θέτει κανείς υψηλούς και
μακροπρόθεσμους στόχους. Και όλοι ξέρουμε πως ο χώρος της τέχνης και τη
εστίασης είναι από τους πιο σοβαρά πληγέντες. Δεν σταματάμε, όμως.
Συνεχίζουμε…Τις Τετάρτες με τον Μάριο Παπαστάθη, με jazz ηχοχρώματα και
διάθεση…τις Πέμπτες με την χάρη μου στο πιάνο και την εδώ και χρόνια
συνεργάτιδά μου Λιάνα Μήνια στη φωνή και στο φλάουτο και τον Δημήτρη
Λατσάρα στην κιθάρα και στο μπάσσο, σε ένα πρόγραμμα εφ’ όλης της ύλης.
Κάποια Σάββατα λαικές βραδιές. Παράλληλα τα πρωινά από τις 10.00 είμαστε
ανοιχτά για καφέ, έτσι για να κάνουμε και λίγη διαφήμιση. Στις 18 αυτού του μήνα
ετοιμάζω την πρώτη συναυλία με τον Γιώργο Ρους. Καταλαβαίνοντας τον κόσμο
και την αγωνία του προσπαθήσαμε και δημιουργήσαμε ένα ασφαλές περιβάλλον
για να περάσουμε αυτόν τον χειμώνα μερικές ζεστές μουσικές και όχι μόνο
βραδιές, παλεύοντας και νικώντας το τέρας της απομόνωσης και του φόβου…