Ερευνητές από το πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης ανακάλυψαν αρκετές εκατοντάδες διαφορετικές χημικές ουσίες στο νερό της βρύσης, το οποίο ήταν μέσα σε επαναχρησιμοποιήσιμα πλαστικά μπουκάλια.
Αρκετές από αυτές τις ουσίες είναι δυνητικά επιβλαβείς για την ανθρώπινη υγεία. Υπάρχει ανάγκη για καλύτερους ελέγχους και πρότυπα παραγωγής για τους κατασκευαστές πλαστικών μπουκαλιών, σύμφωνα με τους χημικούς πίσω από την μελέτη.
Δύο χημικοί από το πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης μελέτησαν ποιες χημικές ουσίες απελευθερώνονται σε υγρά από δημοφιλείς τύπους μαλακών πλαστικών επαναχρησιμοποιήσιμων μπουκαλιών. Τα αποτελέσματα προκάλεσαν έκπληξη.
“Μας εξέπληξε η μεγάλη ποσότητα χημικών ουσιών που βρήκαμε στο νερό μετά από 24 ώρες στα πλαστικά μπουκάλια. Υπήρχαν εκατοντάδες ουσίες στο νερό (συμπεριλαμβανομένων ουσιών που δεν βρέθηκαν ποτέ στο πλαστικό), εκ των οποίων πολλές είναι δυνητικά επιβλαβείς για την υγεία. Μετά από έναν κύκλο στο πλυντήριο πιάτων, υπήρχαν αρκετές χιλιάδες τέτοιες ουσίες”, είπε ο Jan H. Christensen, καθηγητής Περιβαλλοντικής Αναλυτικής Χημείας στο Τμήμα Φυτικών και Περιβαλλοντικών Επιστημών του πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης.
Ο καθηγητής Christensen και η συνεργάτιδά του, ερευνήτρια Selina Tisler, εντόπισαν περισσότερες από 400 διαφορετικές ουσίες στο πλαστικό του μπουκαλιού και περισσότερες από 3.500 ουσίες από το σαπούνι του πλυντηρίου πιάτων. Ένα μεγάλο μέρος αυτών είναι άγνωστες ουσίες που οι ερευνητές δεν έχουν ακόμη αναγνωρίσει! Αλλά ακόμη και από τις χημικές ουσίες που έχουν εντοπιστεί, η τοξικότητα τουλάχιστον 70% εξ αυτών παραμένει άγνωστη.
Οι “φωτο-εκκινητές” (photo-initiators) είναι μεταξύ των τοξικών ουσιών στο νερό που ανησυχούν τους ερευνητές. Είναι γνωστό ότι έχουν δυνητικά επιβλαβείς επιπτώσεις στην υγεία, καθώς θεωρούνται ενδοκρινικοί διαταράκτες και καρκινογόνες ουσίες. Επιπλέον, οι ερευνητές βρήκαν μια ποικιλία μαλακτικών πλαστικών, αντιοξειδωτικών και παραγόντων απελευθέρωσης που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή του πλαστικού, καθώς και διαιθυλοτολουαμίδιο (DEET), γνωστή δραστική ουσία σε εντομοκτόνα.
Στα πειράματά τους, οι ερευνητές μιμήθηκαν τους τρόπους με τους οποίους πολλοί άνθρωποι χρησιμοποιούν συνήθως πλαστικά μπουκάλια στο σπίτι. Οι άνθρωποι πίνουν συχνά νερό που έχει διατηρηθεί σε μπουκάλια για αρκετές ώρες. Οι ερευνητές άφησαν το συνηθισμένο νερό της βρύσης τόσο σε καινούργια όσο και σε χρησιμοποιημένα πλαστικά μπουκάλια για 24 ώρες, τόσο πριν όσο και μετά το πλύσιμο στο πλυντήριο, καθώς και αφότου τα μπουκάλια είχαν μπει στο πλυντήριο πιάτων και τα είχαν ξεπλύνει καλά με νερό βρύσης.
«Αυτό που απελευθερώνεται περισσότερο μετά το πλύσιμο στο πλυντήριο είναι οι ουσίες του σαπουνιού από την επιφάνεια. Οι περισσότερες από τις χημικές ουσίες που προέρχονται από το ίδιο το μπουκάλι νερού παραμένουν μετά το πλύσιμο στο πλυντήριο και το επιπλέον ξέπλυμα. Οι πιο τοξικές ουσίες που εντοπίσαμε αναδείχτηκαν μετά την εισαγωγή του μπουκαλιού το πλυντήριο πιάτων, προφανώς επειδή το πλύσιμο φθείρει το πλαστικό και συνεπώς αυξάνει την έκπλυση των χημικών ουσιών”, εξηγεί η μεταδιδακτορική ερευνήτρια και επικεφαλής συγγραφέας Selina Tisler.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι δεν έχουν καταλήξει ακόμη εάν το νερό στα μπουκάλια είναι επιβλαβές για την υγεία, καθώς προς το παρόν έχουν μόνο μια εκτίμηση των συγκεντρώσεων των ουσιών και δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί οι τοξικολογικές αξιολογήσεις.
«Απλά και μόνο επειδή αυτές οι ουσίες βρίσκονται στο νερό, δεν σημαίνει ότι το νερό είναι τοξικό και επηρεάζει εμάς τους ανθρώπους. Αλλά το πρόβλημα είναι ότι απλά δεν ξέρουμε. Και καταρχήν, δεν είναι τόσο καλό να να πίνετε υπολείμματα σαπουνιού ή άλλες χημικές ουσίες”, λέει η Selina Tisler.
«Μας νοιάζουν τόσο πολύ για τα χαμηλά επίπεδα φυτοφαρμάκων στο πόσιμο νερό, αλλά όταν ρίχνουμε νερό σε ένα δοχείο για να πιούμε, προσθέτουμε αμείλικτα εκατοντάδες ή χιλιάδες ουσίες στο νερό μόνοι μας. Αν και δεν μπορούμε ακόμη να πούμε εάν οι ουσίες στο τα επαναχρησιμοποιήσιμα πλαστικά μπουκάλια επηρεάζουν την υγεία μας, από εδώ και στο εξής, εγώ προσωπικά θα χρησιμοποιώ γυάλινα, ή από ανοξείδωτο χάλυβα μπουκάλια στο μέλλον”, λέει ο Jan H. Christensen.
Οι ερευνητές υποπτεύονται ότι οι κατασκευαστές φιαλών προσθέτουν σκόπιμα μόνο ένα μικρό ποσοστό των ουσιών που βρέθηκαν. Η πλειονότητα αυτών συγκεντρώνεται κατά λάθος είτε κατά τη διαδικασία παραγωγής είτε κατά τη χρήση, όπου οι ουσίες, που εντοπίστηκαν, μπορεί να έχουν μετατραπεί από άλλες ουσίες. Αυτό περιλαμβάνει την παρουσία του εντομοκτόνου DEET, όπου οι ερευνητές υποθέτουν ότι καθώς ένα από τα μαλακτικά πλαστικών αποδομείται, μετατρέπεται σε DEET.
«Αλλά ακόμη και από τις γνωστές ουσίες που σκόπιμα προσθέτουν οι κατασκευαστές, μόνο ένα μικρό κλάσμα της τοξικότητάς τους έχει μελετηθεί. Επομένως, ως καταναλωτής, δεν ξέρεις αν κάποια από τις άλλες ουσίες έχει επιζήμια επίδραση στην υγεία σου«, λέει η Selina Tisler.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα αποτελέσματα αντικατοπτρίζουν την έλλειψη τόσο γνώσης όσο και ρύθμισης:
«Η μελέτη δείχνει πόσο λίγες γνώσεις υπάρχουν για τις χημικές ουσίες που εκπέμπονται από τα προϊόντα με τα οποία έρχονται σε επαφή τα τρόφιμα και τα ποτά μας. Και είναι γενικό πρόβλημα, ότι οι κανονισμοί μέτρησης κατά την παραγωγή είναι πολύ επιεικείς”, λέει ο Jan H. Christensen.
Στο μεταξύ, η Selina Tisler ελπίζει ότι οι εταιρείες θα φανούν πιο υπεύθυνες από μόνες τους:
“Ας ελπίσουμε ότι οι εταιρείες που βάζουν τα ονόματά τους σε επαναχρησιμοποιούμενα πλαστικά μπουκάλια θα είναι πιο προσεκτικές με τα προϊόντα που αγοράζουν από τους προμηθευτές και ίσως θα θέτουν μεγαλύτερες απαιτήσεις από τους προμηθευτές για να διερευνήσουν τις ουσίες που βρίσκονται σε αυτό που κατασκευάζουν”, είπε η Tisler.
Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Journal of Hazardous Materials.
Δοκιμάστηκαν τρία διαφορετικά είδη πλαστικών μπουκαλιών, τα οποία βρίσκονται παντού σε καταστήματα της Δανίας. Δύο από τα μπουκάλια είναι κατασκευασμένα από βιοδιασπώμενο πλαστικό, σύμφωνα με τον κατασκευαστή. Χρησιμοποιήθηκαν τόσο νέα όσο και πολύ χρησιμοποιημένα μπουκάλια. Τα μπουκάλια δοκιμάστηκαν τόσο πριν όσο και μετά το πλύσιμο στο πλυντήριο και μετά από πέντε επιπλέον ξεβγάλματα με νερό βρύσης.
Οι ερευνητές πραγματοποίησαν μια λεγόμενη μη στοχευμένη διαλογή (non-target screening, NTS) χρησιμοποιώντας έναν υγρό χρωματογράφο και ένα φασματόμετρο μάζας, όπου, όπως συμβαίνει με τις παραδοσιακές μεθόδους, δεν περιορίζεται στην ανάλυση των ουσιών που υπάρχουν υπόνοιες, αλλά αντίθετα εντοπίζονται όλες οι ουσίες που υπάρχουν στο δείγμα.
iatropedia.gr