Δεν υπήρχε οικογένεια γύρω από τον Ντμίτρο Κοτένκο όταν το άψυχο σώμα του έμπαινε κάτω από την γη στην Ουκρανία. Οι γονείς του δεν άκουσαν τους πυροβολισμούς πάνω από τον τάφο του. Δεν είδαν την κορδέλα που ήταν δεμένη στον ξύλινο σταυρό καθώς ανέμιζε στον αέρα. Δεν είδαν την τραχιά γη που προσγειώθηκε για πρώτη φορά στο φέρετρό του και δεν είχαν τη δυνατότητα να πετάξουν ένα λουλούδι να τον συντροφεύει.
Πιθανότατα, οι γονείς του Κοτένκο δεν γνώριζαν ότι ο γιος τους ετάφη εκείνη την ημέρα στο νεκροταφείο Lychakiv στο Lviv, όπως αναφέρει σε εκτενές ρεπορτάζ του το BBC.
Ο Ντμίτρο βρίσκονταν 600 μίλια μακριά, με τα δύο μικρότερα αδέρφια του, κοντά στην ανατολική πόλη Σούμι, η οποία βομβαρδιζόταν τόσο έντονα από τις ρωσικές δυνάμεις που αποκόπηκε από τον έξω κόσμο.
Οι γονείς του Κοτένκο γνώριζαν ότι ο γιος τους ήταν νεκρός. Πέθανε στις 26 Φεβρουαρίου, την τρίτη ημέρα της ρωσικής εισβολής, κοντά στη Χερσώνα. Ήταν η πρώτη του μάχη. Ήταν 21 ετών. Δύο μέρες μετά το θάνατό του, οι γονείς του έλαβαν κλήση από τον παιδικό του φίλο Βλάντιμ Γιαβορένκο, στρατιώτη του πυροβολικού, ο οποίος ανέλαβε το δύσκολο καθήκον να τους μεταφέρει την τραγική είδηση.
Ο Γιαροβένκο χρειάστηκε όλη τη νύχτα για να βρει το κουράγιο για να κάνει το τηλεφώνημα — μια μακρά και ανήσυχη νύχτα στη στρατιωτική του κουκέτα στο Λβιβ, μόνος, γνωρίζοντας ότι ο Ντμίτρο είχε φύγει. Ήταν έφηβοι όταν γνωρίστηκαν, 15 χρονών, με φρέσκα κουρέματα και νέες στολές για την πρώτη τους μέρα στη στρατιωτική σχολή. Όταν ανακάλυψαν ότι ήταν από διπλανά χωριά, ήταν η αρχή μιας φιλίας που μπορεί να κρατούσε μια ζωή.
Ο πατέρας του Κοτένκο ήταν οδηγός φορτηγού. Η μητέρα του εργαζόταν σε μια τοπική φάρμα.
«Το να ενταχθώ στον στρατό σήμαινε να εμφανιστείς στον κόσμο», είπε ο Γιαροβένκο. «Πιστεύω ότι αυτός ήταν ο λόγος που και ο Ντμίτρο υπέγραψε». Οι Κοτένκο ήταν μια φτωχή οικογένεια, δύο γονείς και τρεις γιοι, με ένα μικρό σπίτι σε ένα μικρό ρωσόφωνο χωριό στα ρωσικά σύνορα στην ανατολική Ουκρανία — οι ίδιοι οι άνθρωποι που ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ισχυρίζεται ότι σώζει από τον ζυγό της ουκρανικής καταπίεσης.
Η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014 και ο σκληρός πόλεμος που ακολούθησε στο Ντονμπάς στην ανατολική Ουκρανία, ήταν ένας άλλος λόγος που υπέγραψαν, είπε ο Γιαροβένκο.
«Ξέραμε ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί», είπε, «και θα έπρεπε να πάμε να υπερασπιστούμε τη γη μας». Όταν οι κάτοικοι του χωριού ρωτούσαν γιατί ήθελαν να πάνε στο στρατό σε καιρό πολέμου, ο Κοτένκο έλεγε: «Αν όχι εγώ, τότε ποιος;»
Ο Γιαροβένκο, μοναχοπαίδι, είχε βρει κάτι σαν αδερφό στο Κοτένκο. «Δεν μας άρεσε η ψυχαγωγία της πόλης, τα κλαμπ κ.λπ.» δήλωσε ο Γιαροβένκο στο BBC. «Μας άρεσε να περνάμε χρόνο στη φύση — ψάρεμα, κυνήγι, πικνίκ. Μας άρεσε να πηγαίνουμε στο ποτάμι με φίλους». Δούλευαν μαζί σε ένα παλιό αυτοκίνητο – ένα Red Zhyguli – που έφτιαχνε ο Κοτένκο στο οικογενειακό του οικόπεδο. Επισκεύασαν μηχανάκια και τα οδήγησαν στους αγροτικούς δρόμους γύρω από το σπίτι. Γνώρισαν ο ένας τις οικογένειες του άλλου.
Ο Γιαροβένκο ήθελε να ενταχθεί σε μια μονάδα πυροβολικού, αλλά το όνειρο του Κοτένκο ήταν να γίνει αλεξιπτωτιστής. Μετά από δύο χρόνια στην ακαδημία χωρίστηκαν — ο Γιαροβένκο στη δυτική πόλη Λβιβ για να εκπαιδευτεί για το πυροβολικό και ο Κοτένκο στη νότια πόλη της Οδησσού για να εκπαιδευτεί ως αλεξιπτωτιστής.
Για λίγο πέρυσι, από τον Ιούλιο έως τον Οκτώβριο, ενώθηκαν ξανά όταν ο Κοτένκο βρισκόταν στο Λβιβ. Πήγαιναν μαζί για τρέξιμο τα Σαββατοκύριακα. Στις 31 Δεκεμβρίου, οι οικογένειές τους συγκεντρώθηκαν για να γιορτάσουν το νέο έτος και περίπου έναν μήνα αργότερα ο Κοτένκο ήρθε στο Λβιβ για να επισκεφτεί το Γιαροβένκο πριν σταλεί νότια σε μια επιχείρηση. Κατά μήκος των συνόρων της Ουκρανίας, οι δυνάμεις της Ρωσίας συγκεντρώθηκαν, περιμένοντας εντολές για εισβολή, αλλά στο Λβιβ η ζωή ήταν φυσιολογική και εκείνο το βράδυ ο πόλεμος φαινόταν σαν κάτι μακρινό.
Το επόμενο πρωί, ο Κοτένκο και ο Γιαροβένκο είπαν αντίο και ο Κοτένκο πήγε νότια. Συνέχισαν να στέλνουν μηνύματα κάθε μέρα. Στις 26 Φεβρουαρίου, ο Κοτένκο σταμάτησε να ανταποκρίνεται και ο Γιαροβένκο φοβόταν τα χειρότερα. Τελικά κατάφερε να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον διοικητή της μονάδας του Κοτένκο, ο οποίος του είπε ότι ο φίλος του σκοτώθηκε από βλήμα όλμου.
Όταν κάλεσε τον αριθμό για τους γονείς του Κοτένκο, υπήρχε ακόμα τηλεφωνική σύνδεση και σε μια σύντομη συνομιλία τους είπε ότι ο γιος τους είχε φύγει. Όταν προσπάθησε να τηλεφωνήσει αργότερα για την κηδεία, ο εναέριος βομβαρδισμός της πόλης Σούμι είχε επιδεινωθεί και οι γραμμές είχαν πέσει. Συνέχισε να προσπαθεί αλλά δεν κατάφερε ποτέ να τους βρει.