Καθώς έχουμε μπει πλέον στον τρίτο χρόνο της πανδημίας της Covid-19 και ο απολογισμός των θανάτων στις ΗΠΑ αγγίζει τις 900.000, θα ήταν χρήσιμη μια ανασκόπηση της πανδημίας που προκάλεσε η ισπανική γρίπη το 1918, ώστε να πάρουμε μια ιδέα για το πώς και το πότε θα μπορούσε να έρθει το τέλος της σημερινής κρίσης.
Η έννοια του «τέλους», όμως, όταν έχουμε να κάνουμε με τέτοιους ιούς, μπορεί να είναι παραπλανητική. Όπως αναφέρουν οι ειδικοί, είναι πιθανό ο νέος κοροναϊός να πάψει κάποια στιγμή να είναι ένα θανατηφόρο παθογόνο που διαταράσσει την κανονικότητα και να γίνει ηπιότερος και πιο εποχιακός.
Στο μεταξύ, όμως, η εμπειρία των ΗΠΑ με την ισπανική γρίπη πριν από έναν αιώνα, δείχνει ότι ίσως βρεθούμε αντιμέτωποι με πολύ περισσότερα βάσανα – ειδικά αν χαλαρώσουμε τις άμυνές μας.
Σύμφωνα με την Wasgington Post, η κρίση που προκάλεσε η πανδημία της ισπανικής γρίπης στις ΗΠΑ, συνεχίστηκε για πολύ καιρό μετά το 1918. Δύο χρόνια αφότου ξεκίνησε, και ενώ αξιωματούχοι έκαναν λόγο για νίκη ενάντια στον ιό και πόλεις χαλάρωσαν τους περιορισμούς, ένα τέταρτο κύμα έπληξε περιοχές της χώρας, «τιμωρώντας» την για αυτή τη χαλάρωση με νέες εξάρσεις κρουσμάτων που έφεραν τα νοσοκομεία στα όρια της κατάρρευσης και οδήγησαν πολύ περισσότερους Αμερικανούς στον θάνατο.
Ο ιός δεν φαινόταν τόσο απειλητικός όταν πρωτοεμφανίστηκε. Το πρώτο κύμα την άνοιξη του 1918 ήταν σχετικά ήπιο. Ωστόσο, ο ιός επέστρεψε δριμύτερος το φθινόπωρο, έχοντας πιθανότατα μεταλλαχθεί. Το δεύτερο κύμα έπληξε πολλούς ασθενείς ανά τον κόσμο. Τα λεωφορεία μετατράπηκαν σε νεκροφόρες και οι ιερείς μετέφεραν τα πτώματα με άμαξες που τα έσερναν άλογα.
Μόνο κατά διάρκεια του δεύτερου κύματος, οι Αμερικανοί που πέθαναν από την ισπανική γρίπη ήταν περισσότεροι από όλους εκείνους που χάθηκαν κατά τον Α’ και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς και από τους πολέμους στην Κορέα και το Βιετνάμ.
Η πανδημία της ισπανικής γρίπης φαινόταν να επηρεάζει περισσότερο τους νέους ανθρώπους, με τους ιστορικούς και τους επιστήμονες να εξακολουθούν να έχουν διαφωνίες ως προς τους λόγους που συνέβαινε αυτό.
Ο ιός μείωσε το προσδόκιμο ζωής στις ΗΠΑ κατά περισσότερο από 12 έτη. Είναι πιθανό ότι έως και το 10% των νεαρών ενηλίκων, πέθαναν από την ισπανική γρίπη εκείνη την περίοδο, σύμφωνα με τον ιστορικό Τζον Μ. Μπάρι.
Μέχρι τον χειμώνα του 1919-1920, οι Αμερικανοί είχαν κουραστεί από τους περιορισμούς στην καθημερινή τους ζωή. Περίπου όλα τα υγειονομικά μέτρα – όπως η χρήση μάσκας, η τήρηση αποστάσεων και το κλείσιμο των σχολείων και των εκκλησιών – είχαν αρθεί. Η βιαστική επιστροφή στις δημόσιες συναθροίσεις οδήγησε σε αύξηση των κρουσμάτων. Οι πολιτικοί είτε κατηγορούσαν τους πολίτες για απροσεξία είτε υποτιμούσαν τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Το τέταρτο κύμα δεν αποτελούσε είδηση για τα πρωτοσέλιδα όπως οι προηγούμενες εξάρσεις της ισπανικής γρίπης. Η κάλυψη της πανδημίας περιορίστηκε τότε σε μικρές παραγράφους μέσα στις εφημερίδες, οι οποίες έκαναν λόγο για χιλιάδες νέα σε εβδομαδιαία ή ακόμη και σε ημερήσια βάση. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 1920, είχε ξεσπάσει μια επιδημία σε κρατική φυλακή του Νιού Τζέρσεϊ, ενώ μπήκε φρένο σε κάποιες δίκες λόγω περιστατικών νόσησης.
Το γεγονός όμως ότι οι ειδήσεις για το τέταρτο κύμα δεν έμπαιναν στα πρωτοσέλιδα, δεν οφειλόταν σε μικρότερο αριθμό θανάτων. Στην πόλη της Νέας Υόρκης, πέθαναν περισσότεροι άνθρωποι από τον Δεκέμβριο του 1919 έως τον Απρίλιο του 1920 παρά κατά τη διάρκεια του πρώτου και του τρίτου κύματος, σύμφωνα με έρευνα σχετικά με τα επίπεδα θνησιμότητας στην πόλη λόγω της γρίπης. Παρόμοια ήταν η κατάσταση και σε άλλες πόλεις όπως το Ντιτρόιτ, το Σέιντ Λούις και η Μινεάπολις.
Τα υγειονομικά μέτρα των τοπικών κυβερνήσεων ίσως ενέτειναν τη σοβαρότητα του τέταρτου κύματος, καθώς είχαν περιορίσει την εξάπλωση του ιού κατά τα προηγούμενα κύματα. Ωστόσο, δεν θα ήταν σωστό ούτε να άφηναν τον ιό να μεταδίδεται ανεξέλεγκτα, σύμφωνα με τη Γουάν Γιανγκ, επίκουρη καθηγήτρια Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και συγγραφέας της μελέτης για τα επίπεδα θνησιμότητας από τη γρίπη στη Νέα Υόρκη.
«Τα υψηλά επίπεδα μόλυνσης μπορούν να οδηγήσουν και σε περισσότερες μεταλλάξεις, οι οποίες να δημιουργήσουν μια νέα παραλλαγή του ιού που μπορεί να υπονομεύσει την υπάρχουσα ανοσία. Έτσι, όλα εξαρτώνται από το πώς θα εξελιχθεί ο ιός, κάτι που είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί», εξηγεί η Γιανγκ.
Οι ιοί της γρίπης και οι κοροναϊοί είναι διαφορετικοί γενετικά, έτσι δεν μπορούμε να κάνουμε μια άμεση σύγκριση της σημερινής πανδημίας με εκείνη του 1918. Η Γιανγκ σημείωσε ότι ο νέος κορωνοϊός δείχνει να μεταλλάσσεται πολύ γρηγορότερα από εκείνον της γρίπης του 1918. Επιπλέον, η διαχείριση της τρέχουσας πανδημίας ευνοείται από την πρόοδο της επιστήμης που δεν είχε σημειωθεί πριν από έναν αιώνα, συμπεριλαμβανομένων των καλύτερων συνθηκών υγιεινής στα νοσοκομεία, καλύτερη πρόσβαση σε καθαρό νερό και – ίσως το σημαντικότερο – τα εμβόλια.
Παρά τις διαφορές, μπορούμε να πάρουμε μια γεύση για το μέλλον κοιτάζοντας το παρελθόν. Αφού ο ιός της ισπανικής γρίπης εξαπλωνόταν επί δύο χρόνια σκορπίζοντας τον θάνατο, έφτασε η στιγμή που έγινε ηπιότερος. Τώρα είναι «μια από τις εποχικές γρίπες που αντιμετωπίζουμε», αναφέρει η Αν Ρέιντ, επικεφαλής του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Εκπαίδευσης, η οποία βοήθησε κατά τη δεκαετία του 1990 στον προσδιορισμό της αλληλουχίας του γονιδιώματος της γρίπης του 1918.
«Κάποια στιγμή, όλοι στον κόσμο θα έχουν ένα βασικό επίπεδο ανοσίας απέναντι σε αυτόν τον κορωνοϊό, έτσι ακόμα και να μεταλλαχθεί σε ένα νέο στέλεχος, οι άνθρωποι δεν θα είναι εντελώς ευάλωτοι σε αυτόν», εξήγησε η Ρέιντ.
Το καλύτερο που μπορούμε να ελπίζουμε σε ό,τι αφορά την τρέχουσα πανδημία είναι ο ιός να εξελιχθεί σε κάτι σαν τη γρίπη.
«Πιστεύω πως θα παραμείνει», λέει η Γιανγκ για τον κοροναϊό. «Δεν νομίζω πως η εξάλειψη είναι εφικτή, ούτε καν ρεαλιστική, στην παρούσα φάση. Ελπίζουμε ότι θα καταφέρουμε να συνυπάρξουμε πιο ειρηνικά με αυτόν τον ιό.
tanea.gr