ΗΛΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ
α. «Η βία είναι η μαμή της ιστορίας»
(Μαρξ)
β. «Η ανθρώπινη ιστορία άρχισε με μια πράξη βίας»
(Φρομ)
Κανείς σήμερα δεν διανοείται πως ο Μαρξ υπήρξε υμνητής της βίας. Αυτό που έκανε ήταν μια απλή διαπίστωση για το ρόλο της βίας στη γέννηση της ιστορίας του ανθρώπου. Εξάλλου και οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν τη Βία αδελφή του Κράτους, με όλα τα παρεπόμενα και σημαινόμενα αυτής της συγγένειας. Από αυτή τη σχέση, ίσως, οι αναρχικοί άντλησαν το σύνθημα «βία στη βία του κράτους».
Στο ίδιο πλαίσιο ερμηνείας της ανθρώπινης διαδρομής κινείται και η σκέψη του Φρομ που θεωρεί πως η αφετηρία της ανθρώπινης ιστορίας σημαδεύτηκε από μια αδελφοκτονία. Έκτοτε η βία κατέστη η μόνιμη συνοδός του ανθρώπου ανεξάρτητα από το επίπεδο πολιτισμού και τις επικρατούσες θρησκείες. Ο φόβος πλέον είναι μήπως η «ανθρώπινη ιστορία τελειώσει με μια πράξη βίας» και δικαιωθεί ο Αϊνστάιν στην πρόβλεψή του πως ο τέταρτος παγκόσμιος πόλεμος θα διεξαχθεί με πέτρες και ρόπαλα.
Στον κύκλο των διαπιστώσεων για τη φύση και τα ρόλο της βίας μπορεί να προστεθεί και η θέση του Φρόυντ «Ο άνθρωπος δεν είναι ένα πράο, αξιαγάπητο πλάσμα, που το πολύ πολύ να αμυνθεί όταν του επιτεθούν, αλλά στις ορμές του μπορεί να συγκαταλέγει κι ένα σημαντικό μερίδιο επιθετικής τάσης…. Γι’ αυτό ο πλησίον του… να του προξενήσει πόνους, να τον βασανίσει και να τον σκοτώσει. Homo homini lupus (ο άνθρωπος για τον άνθρωπο λύκος)˙ ποιος έχει το θάρρος μετά από όλες τις εμπειρίες της ζωής και της ιστορίας να αμφισβητήσει αυτή τη φράση;», («Πολιτισμός πηγή δυστυχίας»).
Η ερμηνεία της βίας
Σχετικά με τη ΒΙΑ έχουν διαμορφωθεί δυο διαφορετικές θέσεις. Η πρώτη θέση υποστηρίζει πως η βία είναι το αποτέλεσμα μιας ΓΕΝΕΤΙΚΑ προγραμματισμένης επιθετικότητας. Οι υπέρμαχοι αυτής της θέσης διατείνονται πως η επιθετικότητα είναι εγγεγραμμένη στο ΓΕΝΕΤΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ του ανθρώπου και ως εκ τούτου η βία συνιστά μια νομοτέλεια γι’ αυτόν. Αυτή η θέση δίνει έμφαση στην ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ και στον καταλυτικό ρόλο που διαδραματίζει ο ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ παράγοντας στη συμπεριφορά του ανθρώπου. Είναι η θεωρία του «βιολογικού καθορισμού» που ενοχοποιεί σε απόλυτο βαθμό τα γονίδια για την ποιότητα της συμπεριφοράς του ανθρώπου. «Η μοίρα μας είναι τα γονίδιά μας», (Crick).
Οι θεωρητικοί της παραπάνω θέσης αντλούν τα επιχειρήματά τους από την ιστορία και τη μακροχρόνια διαδρομή του ανθρώπου πάνω στη γη. Για πολλούς η ενστικτική επιθετικότητα των ζώων εμφανίζεται και στον άνθρωπο, ως μια από τις πολλές εκδηλώσεις του γνωστού «ενστίκτου της αυτοσυντήρησης». Κύριοι εκφραστές αυτής της θέσης είναι γνωστά ονόματα της ψυχολογίας όπως: Φρόιντ, Lorenz, Στορ… Η αποδοχή χωρίς όρους αυτής της θέσης μας οδηγεί σε μια μελαγχολική σκέψη για το μέλλον της ανθρωπότητας και της ελευθερίας του ανθρώπου (βιολογική ετεραρχία).
Στην αντίπερα όχθη – δεύτερη θέση – βρίσκονται εκείνοι που πρεσβεύουν πως η βία «διδάσκεται» μέσα από τους μηχανισμούς κοινωνικοποίησης του ανθρώπου. Δηλαδή, η ίδια η κοινωνία με την οργάνωσή της, τους θεσμούς της, τους νόμους, τις ανάγκες, τις αξίες, τα πρότυπα και τα ιδανικά διαπαιδαγωγεί τα μέλη της και τα ωθεί στη διαμόρφωση και εκδήλωση μιας επιθετικής – βίαιης συμπεριφοράς. Η θέση αυτή δίνει προτεραιότητα στον κοινωνικό παράγοντα και τον ενοχοποιεί σε απόλυτο βαθμό, αφού δέχεται πως ο άνθρωπος στην ουσία είναι προϊόν των κοινωνικών συνθηκών.
Οι υπέρμαχοι αυτής της θεωρίας εδράζουν τα επιχειρήματά τους πάνω στα στατιστικά δεδομένα της πραγματικότητα, στις έρευνες των κοινωνιολόγων και ψυχολόγων σε διάφορες θεωρίας συναφείς με το θέμα των επιστημών. Η θέση αυτή γνωστή ως θεωρία του «κοινωνικού καθορισμού» εκφράζεται και υποστηρίζεται ευρέως από ένα πλήθος γνωστών κοινωνιολόγων, παιδαγωγών και ψυχολόγων, όπως: Ρουσσώ, Neill, Roger…. Η αποδοχή χωρίς προϋποθέσεις αυτής της θέσης μας επιβάλλει ευθύνες και μας επιφορτίζει με καθήκοντα για τη δόμηση μιας άλλης κοινωνίας με στόχο τον περιορισμό της βίας.
Ο Έριχ Φρομ λειτουργώντας ως «γεφυροποιός» των δυο παραπάνω αντιτιθέμενων θέσεων πρεσβεύει πως η επιθετικότητα υφίσταται ως βασικό στοιχείο του γενετικού κώδικα του ανθρώπου αλλά ο χρόνος, ο τρόπος έκφρασης, η ένταση και οι μορφές που μπορεί αυτή να λάβει εξαρτώνται από τα ερεθίσματα του κοινωνικού περιβάλλοντος.
Οι πολλές μορφές της βίας
Όποια, όμως, θεωρία κι αν θεωρήσουμε ως πιο λογικά τεκμηριωμένη δεν παύουμε ως άτομα και κοινωνία να βιώνουμε τις πολλαπλές εκφράσεις της βίας. Ο παραδοσιακός διαχωρισμός και κατάταξη σε σωματική, πνευματική, ψυχολογική, κοινωνική βία δεν αποδίδει με ακρίβεια την πολλαπλότητα και συνθετότητά της. Γιατί βία δεν είναι μόνο το σπασμένο αυτοκίνητο, μια καμένη τράπεζα ή το ματωμένο πρόσωπο ενός ανθρώπου. Βία, επίσης, δεν ασκεί μόνο το κράτος ή κάποιες επαναστατικές ομάδες στο όνομα κάποιας ιδεολογίας ή θρησκείας αλλά και μεμονωμένα άτομα ή – και κυρίως αυτοί – κάποιοι αόρατοι μηχανισμοί του κυρίαρχου συστήματος.
Βία είναι τα πεινασμένα παιδιά του τρίτου κόσμου, οι χιλιάδες πρόσφυγες – μετανάστες, η αβεβαιότητα – τυχαιότητα των νόμων της παγκοσμιοποίησης, η μοναξιά και η θλίψη του άνεργου, η απόρριψη της διαφορετικότητας, οι άδικοι νόμοι, οι απαρχαιωμένοι θεσμοί, ο λαϊκισμός, ο εθνικισμός, ο στιγματισμός των «μειοψηφιών», οι ψευδείς ειδήσεις, η εξουσία της επιστήμης, ο εξοστρακισμός της μεταφυσικής, η ανάγκη να υπηρετούμε κάποια εξουσία από φόβο ή ακόμη βία είναι και η βολική «συνήθεια». Μέσα από αυτές τις μορφές αναδύονται τα προσωπικά δράματα και τα κοινωνικά ναυάγια.
Η ίαση
Το απεχθές πρόσωπο της βίας και τις επαχθείς συνέπειές της δεν πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε με ευχολόγια και ατελέσφορες ηθικολογίες. Η ίασή της προϋποθέτει την αποδοχή κάποιων αληθειών όπως ότι η βία συνιστά ένα πνευματικό, ψυχολογικό και ηθικό πάθος που το παράγει – γεννά η πνευματική έλλειψη, η ψυχολογική κενότητα, η ηθική ρευστότητα και η απουσία νοήματος ζωής. Με βάση αυτήν την αλήθεια μπορούμε να καταπολεμήσουμε αυτό το πάθος που ταπεινώνει τον άνθρωπο, τον εξαγριώνει και εξαχρειώνει κι αποβαίνει εις βάρος της κοινωνίας. Αντίδοτο στη βία η καλλιέργεια της ανεκτικότητας, του ορθολογισμού, της ηθικής και κυρίως ο εμπλουτισμός της πραγματικής ελευθερίας.
Κι αυτό γιατί η βία δεν είναι η «λύση» στα προβλήματα του κόσμου, αλλά είναι η ίδια το «πρόβλημα». Γιατί ιστορικά αποδείχτηκε πως όποιος δεν έχει «το όπλο της λογικής», τότε εύκολα καταφεύγει στη «λογική των όπλων».
Εξάλλου «όλοι δεν αναζητούμε τίποτα περισσότερο παρά την ευκαιρία να ζήσουμε τις ζωές μας με κάποιο νόημα, με ευτυχία, κατακτώντας αυτή την ικανοποίηση και την πληρότητα, στο μέτρο που μπορεί ο καθένας μας», (Ομιλία Ρόμπερτ Κένεντι. 1968).
Βία… Ο κακός Λύκος…
«Κάποιο βράδυ, ένας γέρος Ινδιάνος της φυλής Τσερόκι μίλησε στον εγγονό του για τη μάχη που γίνεται μέσα στην ψυχή των ανθρώπων: «Γιε μου, μέσα μας γίνεται μια μάχη μεταξύ δυο «λύκων». Ο ένας είναι το Κακό – η απαισιοδοξία, ο θυμός, η θλίψη, η απογοήτευση, η αυτολύπηση, η ματαιοδοξία, η υπεροψία. Ο άλλος είναι το Καλό – η αισιοδοξία, η χαρά, η ελπίδα, η ηρεμία, η ταπεινοφροσύνη, η ευγένεια, η γενναιοδωρία, η αλήθεια, η πίστη στον Θεό».
Ο εγγονός, προβληματισμένος, ρώτησε: «Και ποιος λύκος νικάει;» Ο γέρος Ινδιάνος απάντησε απλά: «Αυτός που ταΐζεις», (Ινδιάνικος μύθος).
Ο Δίας μπόρεσε να απαλλαγεί από την Έριδα – κόρη του Χάους και της Νύχτας – στέλνοντάς την στον Πάρη (Τρωικός πόλεμος) και ο Εμπεδοκλής απέναντι στη δύναμη του «Νείκους» έβαλε την «φιλότητα».
Εμείς;